Η Ηλεκτρονική Μικροσκοπία Σάρωσης (Scanning Electron Microscopy, SEM) είναι μία σύγχρονη μέθοδος για τη μελέτη της επιφανειακής μικροδομής πολλών υλικών και για τη στοιχειακή ανάλυσή τους. Το ηλεκτρονικό μικροσκόπιο σάρωσης είναι ένα όργανο που λειτουργεί όπως περίπου και ένα οπτικό μικροσκόπιο μόνο που χρησιμοποιεί δέσμη ηλεκτρονίων υψηλής ενέργειας αντί για φως, για να εξετάσει αντικείμενα σε λεπτομερή κλίμακα. Η δέσμη ηλεκτρονίων σαρώνει την επιφάνεια του δείγματος με την οποία αλληλεπιδρά, παρέχοντας πληροφορίες για τη μορφολογία και τη σύσταση της επιφανείας του δείγματος. Το ηλεκτρονικό μικροσκόπιο σάρωσης χρησιμοποιείται ευρύτατα στη μελέτη των ανόργανων χρωστικών, λόγω της μεγάλης δυνατότητας εστίασης σε διαφορετικούς μικρόκοκκους, αλλαγής μεγέθυνσης σε ένα ευρύ πεδίο και της ελάχιστης προετοιμασίας του δείγματος που απαιτείται.
Διαθέτοντας αριθμητικό άνοιγμα 0.018 0.1 και ονομαστικό εύρος zoom 0.58 7x, το 12xείναι το μοναδικό σύστημα απλού φακού που παρέχει τόσο ισχυρό συνδυασμό εύρους zoom και διακριτικής ικανότητας, ο οποίος μαζί με την ασύγκριτη κάλυψη πεδίου, προσφέρει την ευελιξία κατόπτευσης μεγαλύτερου εύρους εξαρτημάτων με ένα μόνο σύστημα ελέγχου video.
Μεγέθυνση 12x (0.58-7x) για οπτικό έλεγχο μεγαλύτερου εύρους εξαρτημάτων. Ομοαξονικός φωτισμός. Έλεγχος ultra zoom με διφασικό βηματικό κινητήρα διαδρομής λεπτής εστίασης 3mm.
Μεταβλητή απόσταση λειτουργίας από 32 έως 341 mm.
Αντικειμενικοί φακοί 5x και 20x με αριθμητικό άνοιγμα 0.14 και 0.42 αντίστοιχα. Αποστάσεις λειτουργίας 34 mm και 20 mm αντίστοιχα.
Βάθος πεδίου από 0.006 mm έως 85.71 mm με προσάρτηση παρελκομένου.
Ασύγκριτη επιπεδότητα ακμών και ευκρίνεια.
Συμβατότητα με φωτογραφικές μηχανές τύπου 1/4, 1/3, 1/2 και 2/3.
Λογισμικό επεξεργασίας εικόνας.
Τα όργανα αυτά δεν απομονώνουν τις απορροφήσεις σε συγκεκριμένα μόνο μήκη κύματος του φάσματος του ορατού φωτός, αλλά δίνουν πληροφορίες για όλα τα μήκη κύματος του. Επιτρέπουν δε παράλληλα με μια μέτρηση μιας απόχρωσης να πάρουμε όλες τις χρωματικές παραμέτρους για περισσότερες της μιας πρότυπες πηγές φωτισμού. Τα Φασματοφωτόμετρα είναι περισσότερο ακριβά και δαπανηρά όργανα από τα χρωματόμετρα.
Μέτρηση χρώματος-Χρωματομετρία
Όπως έχει αναφερθεί, το χρώμα είναι μια φυσική ιδιότητα των σωμάτων, η οποία γίνεται μεν κατανοητή με απόλυτη ακρίβεια από το ανθρώπινο μάτι, πλην όμως δεν είναι δυνατό να μετρηθεί. Η ακρίβεια μεγέθους αντίληψης της ιδιότητας αυτής εξαρτάται όχι μόνο από την ακρίβεια διέγερσης των φωτοευαίσθητων κυττάρων του παρατηρητή, αλλά και από τον τρόπο φωτισμού και τις συνθήκες παρατήρησης. Έτσι ένας παρατηρητής με σωστή και ακριβή όραση θα αντιλαμβάνεται κατά το ίδιο ποσοστό τυχόν αύξηση ή μείωση της έντασης του φωτός και για τα R (Red), G (Green) και Β (Blue) πράγμα το οποίο όμως είναι σχεδόν αδύνατο. Το αποτέλεσμα συνεπώς εντοπίζεται εκτός των άλλων και στην ικανότητα του φωτός να διεγείρει τα φωτοευαίσθητα κύτταρα, ώστε να γεννηθούν οι σωστές διεγέρσεις R, G και B. Χρωματομετρία (colorimetry) είναι η επιστήμη που ασχολείται με τον ποσοτικό προσδιορισμό και την φυσική περιγραφή της ανθρώπινης αντίληψης του χρώματος. Η χρωματομετρία ως επιστήμη εμφανίστηκε το 1930 από την Διεθνή Επιτροπή Φωτισμού CIE (COMMISSION INTERNATIONALE DE L'ECLAIRAGE) με την διεξαγωγή πειραμάτων οπτικής. Τα χρωματομετρικά συστήματα της CIE είναι τα μόνα παγκοσμίως αποδεκτά για την μέτρηση του χρώματος με συνέπεια όλα τα διεθνή πρότυπα να είναι βασισμένα σε αυτά που ορίζονται από αυτή. Το χρώμα εκφράζεται από την CIE με μαθηματικές τιμές οι οποίες προκύπτουν από μαθηματικές εξισώσεις. Η προσπάθεια να προσδιοριστεί επακριβώς το χρώμα ξεκίνησε στις αρχές του 19ου αιώνα με την δημιουργία χρωματικών μοντέλων, χώρων δηλαδή που σε κάθε χρώμα αντιστοιχούν αριθμητικές συντεταγμένες. Τελικά, περίπου το 1930, η CIE εισαγάγει το χρωματικό μοντέλο RGB με βάση την αρχή των τριών διεγέρσεων του ανθρώπινου οφθαλμού στο κόκκινο (Red) στο πράσινο (Green) και στο μπλε (Blue).
•Ταχείες μετρήσεις σε χάλυβα ή σίδηρο (F) και μη σιδηρούχα μέταλλα (NF)
• Αυτόματη αναγνώριση κεφαλής και υλικού βάσης
• Μεγάλη έγχρωμη οθόνη
• Υποστήριξη μετρήσεων σύμφωνα με διάφορα πρωτόκολλα
• Διασύνδεση USB, Bluetooth ή διεπαφή COM ως επιλογή
• Περισσότερες απο 70 υψηλής ακρίβειας μετρητικές κεφαλές μπορούν να συνδεθούν στην οικογένεια οργάνων (6 διαφορετικά βασικά όργανα) για ακόμη και τις πιο εξελιγμένες εφαρμογές. Κάθε κεφαλή χρειάζεται να καλύπτει διαφορετικές προδιαγραφές ανάλογα με το πεδίο εφαρμογής για την επίτευξη αποτελεσμάτων μεγάλης ακρίβειας.
Η επιλογή της κεφαλής βασίζεται σε πολλά κριτήρια
• Συνδυασμός υλικών επίστρωσης και υλικού βάσης
• Πάχος επίστρωσης και υλικό βάσης
• Διαστάσεις της περιοχής μέτρησης
• Σχήμα του δείγματος
• Κατάσταση της επιφάνειας της περιοχής μέτρησης
Το ερευνητικό κέντρο «ΝΙΚΙΑΣ» είναι εξοπλισμένο με το παχύμετρο FISCHER ISOSCOPE FMP30, που βασίζεται στη μέθοδο δινορρευμάτων (DIN EN ISO 2360, ASTM D7091). Είναι κατάλληλο για τη μέτρηση πάχους βαφής, επίστρωσης σε σκόνη, λάκας ή πλαστικής επικάλυψης σε μη σιδηρομαγνητικά μεταλλικά υλικά βάσης (NF) ή ανοδικά επιχρίσματα ή επιστρώσεις αλουμινίου και ηλεκτρικά αγώγιμες επιστρώσεις σε μη αγώγιμα υλικά. Χαρακτηριστικά
Αποθηκεύσιμες εφαρμογές μετρήσεων: έως 100 συμπεριλ. βαθμονόμησης (ρυθμίσεις)
Στατιστικά στοιχεία, αξιολόγηση
• Προβολή των πιο σημαντικών στατιστικών μεταβλητών (πλήθος μετρήσεων, μέση τιμή, τυπική απόκλιση, min, max, εύρος τιμών) και ειδικές τιμές
• Παρακολούθηση ανοχών
• Γραφική εκτίμηση
Στρατηγικές μέτρησης και αξιολόγηση
• Δυνατότητα ενεργοποίησης τρόπου μέτρησης με πίνακες για συσχετισμένες μετρήσεις πολλαπλών σημείων
• Υπολογισμός μέσου όρου των δεδομένων μέτρησης: μόνο η μέση τιμή μίας σειράς καταγραφών αποθηκεύεται
• Λήψη μετρήσεων σε επιφάνεια μέτρησης: μεμονωμένες καταγραφές αποθηκεύονται μέχρι την άρση της κεφαλής και λαμβάνεται ο μέσος όρος
• Ελεύθερη λειτουργία οθόνης με συμπληρωματική παρουσίαση των καταγραφών, όπως μια αναλογική στήλη μεταξύ των ορίων ανοχής
• Εμφάνιση στατιστικών στοιχείων των πιο σημαντικών τιμών στο δείγμα μετρήσεων και τελικά αποτελέσματα. Εξαγωγή τιμών διακύμανσης
• Γραφική εμφάνιση μετρήσεων σε ιστόγραμμα