Η πορσελάνη έχει χρησιμοποιηθεί σε σκεύη και σε διακοσμητικά αντικείμενα. Έχει επίσης χρησιμοποιηθεί και ως μονωτικό υλικό. Χωρίζεται σε τρεις βασικές κατηγορίες: την μαλακή (soft paste), την σκληρή (hard paste) και του κοκκάλου (bone china), ανάλογα με την σκληρότητα, την διαφάνεια, την ανθεκτικότητα και την λεπτότητα ή το πάχος επιφανειών, που αποδίδει η κάθε διαδικασία παραγωγής.
Κινέζικη Πορσελάνη
Η Κίνα θεωρείται η γενέτειρα της πορσελάνης. Τα παλαιότερα δείγματα πορσελάνης χρονολογούνται πριν το 1000 π.Χ., στην εποχή της Δυναστείας των Shang. Ύστερα από μακρά εξέλιξη στην καλλιτεχνική παραγωγή, αλλά και στις διαδικασίες ψησίματος, η πορσελάνη πήρε τη σημερινή της μορφή κατά τη Δυναστεία των Tang (618-906 μ.Χ.). Τότε ήταν που ξεκίνησαν οι εξαγωγές στον αραβικό κόσμο και η εμπορική αξία της συγκεκριμένης πορσελάνης, απογειώθηκε.
Κατά τον 17ο αιώνα άρχισε η εξαγωγή της Κινεζικής πορσελάνης προς την Ευρώπη, όπου εκτιμήθηκε αμέσως η ποιότητά της από την άρχουσα τάξη και φυσικά από τους φιλότεχνους της εποχής.
Ιαπωνική Πορσελάνη
Η πορσελάνη έφτασε στην Ιαπωνία από την Κίνα. Οι κύριες διαφορές μεταξύ των Ιαπωνικών και των Κινεζικών έργων από πορσελάνη, αφορούν την διαφοροποίηση σε ποιοτικά γνωρίσματα, στην διακόσμηση και στις τεχνικές ζωγραφικής.
Ευρωπαϊκή Πορσελάνη
Οι Ευρωπαίοι καλλιτέχνες προσπαθούσαν αρκετά χρόνια να επιτύχουν την απόδοση μιας πραγματικής λευκής πορσελάνης. Η πρώτη, αλλά μη επιτυχημένη, προσπάθεια έγινε στην Φλωρεντία του 16ου αιώνα. Τελικά, το 1708 στο Μάισεν της Γερμανίας, επιτεύχθηκε ο σωστός συνδυασμός υλικών και από τότε ανάγεται η ουσιαστική έναρξη της Ευρωπαϊκής παραγωγής πορσελάνης. Στη Γαλλία είχαν ήδη δημιουργήσει μαλακή πορσελάνη (soft paste), στο Εργοστάσιο Saint-Cloud, η οποία ήταν πιο εύθραυστη, αλλά η εξωτερική γυαλάδα της ήταν γρήγορα αλλοιωνόμενη. Στην Αγγλία ακολούθησαν την φόρμουλα Γαλλικών Εργοστασίων. Το 1749 εξέλιξαν την τεχνική τους, προσθέτοντας στο μείγμα, στάχτη από κόκκαλο (bone china).
Η συντήρηση πορσελάνης περιλαμβάνει συγκόλληση θραυσμένων τμημάτων, συμπλήρωση κενών και στη συνέχεια αισθητική αποκατάσταση, ύστερα από εκτενή μελέτη των χαρακτηριστικών του έργου, όπως είναι η εποχή και η τυπολογία του είδους, η τεχνική παραγωγής και τα ιδιαίτερα εκφραστικά γνωρίσματα του κάθε καλλιτέχνη.