Αφηρημένη Τέχνη
Η τέχνη που δεν μιμείται ούτε αναπαριστά άμεσα την εξωτερική πραγματικότητα. Ορισμένοι περιορίζουν τον όρο στη μη εικονιστική τέχνη, ενώ άλλοι τον χρησιμοποιούν και για τα έργα εκείνα που δεν είναι αναπαραστασιακά, έστω και αν σε τελευταία ανάλυση «απορρέουν» από την πραγματικότητα. Κατά καιρούς, έχουν προταθεί διάφοροι εναλλακτικοί όροι (μη αναπαραστασιακή τέχνη, μη αντικειμενική τέχνη), αλλά κανένας απ’ αυτούς δεν έχει γίνει ευρύτερα αποδεκτός. Η λέξη «αφηρημένη» χρησιμοποιείται συχνά με σχετική έννοια, αφού η ζωγραφική είναι εκ των πραγμάτων αφηρημένη στην αντιμετώπιση των θεμάτων της. Η αρχική πηγή ενός αφηρημένου πίνακα (λ.χ. ένα τοπίο ή μια νεκρή φύση), μπορεί να είναι ορατή ή αποκρυπτογραφήσιμη (όπως στους περισσότερους κυβιστικούς πίνακες). Μπορεί όμως και να χρησιμοποιούνται αποκλειστικά απλοποιημένα ή γεωμετρικά σχήματα χωρίς καμία άμεση αναφορά στην εξωτερική πραγματικότητα, όπως λ.χ. στην τέχνη του Μοντριάν. Σε ένα τρίτο είδος αφαίρεσης, η «εξέλιξη» του πίνακα υποδηλώνεται από τις πινελιές, το χρώμα και την υφή του χρησιμοποιούμενου υλικού. Πίσω από κάθε είδους αφηρημένη τέχνη κρύβεται η ιδέα ότι οι φόρμες και το χρώμα αρκούν για να συγκινήσουν τον θεατή. Ένα μεγάλο μέρος της ζωγραφικής και της γλυπτικής του 20ου αιώνα έχει προσπαθήσει, μιμούμενο κατά κάποιον τη μουσική, να αποβάλλει κάθε αναπαραστασιακή πρόθεση. Πηγές έμπνευσης και προηγούμενο για το εγχείρημα αυτό έχουν θεωρηθεί τα διακοσμητικά μοτίβα των κεραμικών, των παλιών χειρογράφων και των εφαρμοσμένων τεχνών, η ισλαμική τέχνη, η γλυπτική των πρωτόγονων και των διαφόρων φυλών της Αφρικής και, τέλος τα μη ρεαλιστικά στοιχεία στην παλιότερη ευρωπαϊκή ζωγραφική (λ.χ. το απλοποιημένο αρχιτεκτονικό φόντο σε ορισμένους πίνακες του Φρα Αντζέλικο). Η αφηρημένη τέχνη του 20ου αιώνα έχει τις ρίζες της στον Σεζάν, που απέδωσε ορισμένα στοιχεία τοπίου σαν γεωμετρικά στερεά. Αυτή ήταν ίσως και η αιτία του μεγάλου θαυμασμού που έτρεφαν προς το πρόσωπό του οι κυβιστές. Το πρώτο πάντως συγκροτημένο αφηρημένο κίνημα της εποχής μας υπήρξε ο Κυβισμός, η επιρροή του οποίου σε όλους τους μεταγενέστερους αφηρημένους καλλιτέχνες υπήρξε αποφασιστικής σημασίας. Από την άλλη μεριά, η αυτόνομη αξία του χρώματος τονίστηκε για πρώτη φορά όχι από τους κυβιστές αλλά από τον Γκωγκέν, τους ζωγράφους της Σχολής του Ποντ-Αβέν και, στη συνέχεια, τους Ναμπί και τους Φωβ. Ο πρώτος μη εικονιστικός πίνακας έγινε το 1910 από τον Καντίνσκι, αν και οπωσδήποτε είχαν προηγηθεί καλλιτέχνες (όπως ο Γκυστάβ Μορώ και άλλοι), στα έργα των οποίων το θέμα είχε γίνει ουσιαστικά αόρατο. Η συναισθηματική φόρτιση του χρώματος ήταν εξάλλου και μια από τις βασικότερες κινητήριες δυνάμεις του γερμανικού Εξπρεσιονισμού. Την εμφάνιση του Κυβισμού ακολούθησαν μια σειρά από παράγωγά του ή παράλληλά του κινήματα, όπως ο Φουτουρισμός στην Ιταλία, ο Βορτισισμός στη Βρετανία, το De Stijl στην Ολλανδία και οι διάφορες σχολές αφαίρεσης στη Ρωσία, που ξεκινούσαν από Ραγιονισμό του Λαριόνοφ και της Γκοντσάροβα και έφταναν ως τον Κονστρουκτιβισμό και την αυστηρά γεωμετρική, αφηρημένη τέχνη του Μάλεβιτς (Σουπρεματισμός). Στη γλυπτική και τη ζωγραφική της δεκαετίας του 1920, η αφαίρεση και μάλιστα στην πιο γεωμετρική εκδοχή της, ήταν πολύ συνηθισμένη σαν ύφος. Στη δεκαετία του 1930, η κύρια τάση στα πλαίσια της αφηρημένης τέχνης ήταν και πάλι γεωμετρική και το 1932 ιδρύθηκε η ομάδα Αφαίρεση-Δημιουργία για να προωθήσει αυτό ακριβώς το είδος τέχνης - τον ίδιο αυτό ρόλο έπαιξε μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο το Salon des Realites Nouvelles. Στη μεταπολεμική αφηρημένη τέχνη, το κύριο χαρακτηριστικό είναι οι άμορφες συνθέσεις και οι νεωτερισμοί στην τεχνική, όπως αυτά εκφράστηκαν κυρίως μέσα από το κίνημα του Αφηρημένου Εξπρεσιονισμού. Τέλος, η γλυπτική του 20ου αιώνα είναι σε μεγάλο βαθμό μια αφηρημένη γλυπτική.