Ο Νίκος Περαντινός (Αθήνα
Θεωρείται ένας από τους σημαντικούς εκπροσώπους της κλασικιστικής αντίληψης της γλυπτικής του 20ού αιώνα στην Ελλάδα, επηρεασμένος βαθύτατα από την αρχαία ελληνική γλυπτική και τον ευρωπαϊκό κλασικισμό.
Σπούδασε γλυπτική στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών (Α.Σ.Κ.Τ.) της Αθήνας από το 1928 έως το 1933, με καθηγητή του τον Θωμά Θωμόπουλο. Κατά τα έτη 1935-1940 εργάστηκε στο εργαστήριο γλυπτικής του Μιχάλη Τόμπρου. Το 1941, διορίστηκε μόνιμος γλύπτης του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου της Αθήνας, εγκατέλειψε όμως τη θέση αυτή το 1947 για να συνεχίσει τις σπουδές του στο Παρίσι. Παρακολούθησε μαθήματα γλυπτικής στην Ακαδημία Ζυλιάν (Αcademie Julian) και στη Σχολή Καλών Τεχνών (Ecole Superiere des Beaux Arts) του Παρισιού, με καθηγητές τον Μαρσέλ Ζιμόν, τον Αλφρέ Ζαννιώ και τον Ανρί Ντροπσύ.
Το 1949, το έργο του «Ολυμπία» βραβεύθηκε με χάλκινο μετάλλιο στο Παρισινό Σαλόνι των Γάλλων Καλλιτεχνών. Επέστρεψε στην Ελλάδα το 1951 και ανέλαβε και πάλι την παλιά θέση του στο Αρχαιολογικό Μουσείο, όπου εργάστηκε για την αναστήλωση αρχαίων γλυπτών. Το 1974 ίδρυσε ιδιωτική σχολή γλυπτικής στην Πάρο, απ’ όπου είχε την καταγωγή του, και στην οποία μαθήτευαν δωρεάν οι νέοι του νησιού.
Το 1972 τιμήθηκε με το Α΄ Εθνικό Βραβείο Εικαστικών Τεχνών, ενώ το Μάρτιο του 1991, λίγους μήνες πριν το θάνατό του, η Ακαδημία Αθηνών του απένειμε το Αριστείο Καλών Τεχνών. Συμμετείχε σε πολλές ομαδικές εκθέσεις στην Ελλάδα και το εξωτερικό (π. χ. Μπιενάλε Βενετίας 1936 και 1955, Μπιενάλε Αλεξανδρείας 1955).