Πολλοί γνώριζαν, κανείς δεν κατήγγελλε
Η «Κ» αποκαλύπτει πώς λειτουργούσαν τα κυκλώματα πλαστών έργων τέχνης τη δεκαετία του 2000
Της Μαργαριτας Πουρναρα
Στο βάθος, η θάλασσα, μουντή και γκρίζα σαν να την έχει ζωγραφίσει ο Αλταμούρας. Μπροστά στο παράθυρο, όρθιος, κοιτάζει το τοπίο ένας από τους ισχυρούς Ελληνες συλλέκτες, με σημαντικά έργα στην κατοχή του. Θέμα της συζήτησής μας, η δίκη που έγινε πριν από μερικές ημέρες για την υπόθεση του εφοπλιστή Διαμαντή Διαμαντίδη.
Ο γνωστός πλοιοκτήτης και συλλέκτης, με αγωγή του κατά του οίκου Sotheby?s, ζήτησε αποζημίωση περίπου 2,2 εκατομμύρια ευρώ για δύο έργα του Κωνσταντίνου Παρθένη, τα οποία αγόρασε σε δημοπρασίες του οίκου στο Λονδίνο, το 2006 και 2007, και θεωρεί ότι είναι πλαστά.
Η υπόθεση, για την οποία η Δικαιοσύνη θα αποφανθεί σε μερικούς μήνες, έφερε πάλι στο προσκήνιο την όζουσα πραγματικότητα στο εμπόριο έργων τέχνης Ελλήνων καλλιτεχνών του 19ου και του 20ού αιώνα, εξαιτίας της θρασύτατης και αδιάκοπης δράσης κυκλωμάτων πλαστογραφίας.
«Ακόμα και αν το δικαστήριο δικαιώσει τον Διαμαντίδη, είναι πια αργά», λέει ο συλλέκτης, που θέλει να κρατήσει την ανωνυμία του. «Το εμπόριο της ελληνικής τέχνης είναι σήμερα σαν ψόφιο άλογο, αφού έτρεξε όμως δαιμονισμένα την δεκαετία του 2000. Οσοι επιτήδειοι πρόλαβαν και έβγαλαν χρήματα με τα πλαστά έργα, εξαπατώντας ανθρώπους που είχαν άγνοια, τώρα αποσύρονται σταδιακά. Δεν υπάρχει πλέον τζίρος και η τέχνη δεν τους ενδιέφερε ποτέ. Μόνο το χρήμα».
Αστρονομικές τιμές
Η διαπίστωσή του είναι μελαγχολική αλλά σωστή. Εκείνο το χρονικό διάστημα, όπως έγραφε η «Κ» τον Απρίλιο του 2008, δημιουργήθηκε η φούσκα της ελληνικής τέχνης με αστρονομικές τιμές. Οι δημοπρασίες στο Λονδίνο και στην Αθήνα αποτέλεσαν πεδίο ανταγωνισμού για ευκατάστατους γνώστες της τέχνης, αλλά και νεόκοπους συλλέκτες που αναζητούσαν κοινωνική καταξίωση.
Οι πλαστογράφοι με τη σειρά τους οργίασαν, βασιζόμενοι στην εξέλιξη των τεχνικών τους, στην αυξημένη ζήτηση για Ελληνες «old masters», στην έλλειψη ελεγκτικών μηχανισμών (σώμα ανεξάρτητων εμπειρογνωμόνων για πιστοποιήσεις αυθεντικότητας, ιδρύματα που προστατεύουν την παρακαταθήκη των καλλιτεχνών κ.ά.) καθώς και στην απροθυμία των αγοραστών να παραδεχθούν ότι αγόρασαν έναν πλαστό και να διεκδικήσουν τα χρήματά τους.
Η «Κ» αποκαλύπτει σήμερα αυτό που πολλοί γνώριζαν, λίγοι ψιθύριζαν και ελάχιστοι κατήγγειλαν δημοσίως: πάντα υπήρχαν κυκλώματα πλαστογραφίας στην Ελλάδα, όμως τα τελευταία χρόνια μια ομάδα κατάφερε να επισκιάσει όλες τις άλλες, να συγκεντρώσει τεράστια χρηματικά ποσά, να εξαπατήσει δεκάδες αγοραστές και, δυστυχώς, να αλλοιώσει την καλλιτεχνική μας κληρονομιά, νοθεύοντάς την με δεκάδες ή και εκατοντάδες πλαστά έργα.
Θα αναρωτιέται κανείς γιατί η δράση της δεν ήρθε νωρίτερα στο φως.
Η απάντηση είναι απλή. Ο κύκλος των εμπλεκομένων στο κύκλωμα είναι ευρύτατος: άλλοι συμμετείχαν από δόλο, άλλοι από άγνοια ή ευπιστία, κάποιοι έπεσαν θύματα και δεν θέλουν να μιλήσουν, άλλοι φοβούνται να μιλήσουν, άλλοι κατάλαβαν εκ των υστέρων το ποιόν των συνομιλητών τους.
Ζούμε σε μια μικρή χώρα, με ρηχή αγορά τέχνης και μια ιδιότυπη «ομερτά». Πολλοί ξέρουν την αλήθεια αλλά δεν θέλουν να εκτεθούν: ιστορικοί τέχνης, συντηρητές, γκαλερίστες, συλλέκτες, επιμελητές, θεωρητικοί, καλλιτέχνες, δημοσιογράφοι αλληλοδιαπλέκονται, ανταλλάσσουν πληροφορίες, ξέρουν πρόσωπα και πράγματα, αλλά επιλέγουν να σιωπήσουν. Το χειρότερο; Ανθρωποι που πολέμησαν ?υποτίθεται? τα πλαστά, συναναστράφηκαν και αυτοί με τα μέλη των κυκλωμάτων. Συνεπώς, ποιον να εμπιστευτείς;
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_civ_2_12/02/2012_472132